Wednesday, February 6, 2008

Mέσα Aπό Το Γυαλί : Μια Εμπεριστατωμένη Άποψη

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΞΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΟΥ ΑΝΑΜΕΤΑΔΙΔΕΙ ΤΟ TALES OF A CRAZY WORLD ΧΩΡIΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΖΗΤΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΤΗΣ. ΚΙ ΑΜΑ ΤΟΛΜΑΣ ΝΤΙΝΟ, ΖΗΤΑ ΜΟΥ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΕΒΑΣΩ! ΜΑΥΡΟΣ ΣΚΩΛΗΞ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΟΥ ΠΟΥ ΣΕ ΕΦΑΓΕ...


Το Ταξίδι Μου Μέσα Απ’Το Γυαλί

Εισαγωγή: Αν η εισαγωγή από μόνη της εμπεριέχει τέτοια δύναμη και μαγεία…τι με περιμένει παρακάτω; Μήπως μου ανεβάζει πολύ τις προσδοκίες; Νιώθω την αρχαία σκόνη να μου μπαίνει στα ρουθούνια (δε φταίω εγώ, η Ευθυμία το κάνει) και νιώθω να μαστουρώνω ήδη από τα μπαχαρικά που πασπαλίζουν τα παραμύθια. Νιώθω από τώρα τυχερός που κρατώ αυτό το βιβλίο στα χέρια μου. Νιώθω από τους λίγους, τους προνομιούχους, που ας μη γελιόμαστε, σύντομα θα είμαστε χιλιάδες…

Γγιν: Να πω πως καταλαβαίνω γιατί με συνεπαίρνουν στα σοβαρά τα έργα που βλέπω στη μικρή και την μεγάλη οθόνη; Γιατί παθιάζομαι και πιστεύω στην αλήθεια των χαρακτήρων που υποδύονται ηθοποιοί; Γιατί κλαίω, γελάω, μισώ και συγχωρώ ήρωες και καταστάσεις που παίζουν σαν οπτασίες μπροστά στα μάτια μου; Και γιατί έχω την ανάγκη να έχω κάποιον δίπλα μου για να τα βιώνω με παρέα, να αντλώ κουράγιο από έναν σύντροφο για να το αντέχω; Αβάσταχτα δυνατό το συναίσθημα που ρέει από το γυαλί. Η Αγίντ τα παίζει όλα για όλα και ρίχνει το βλέμμα της μέσα, μαζί της κι εγώ.

Η ζωντάνια της αφήγησης αναμφισβήτητη, για να μην πω δεδομένη. Έχω τους χάρτες στο κεφάλι μου. Η Ευθυμία μου συστήνει νέους κόσμους και ταυτόχρονα νιώθω πως μου είναι γνώριμοι. Πως το κάνει αυτό; Αν έχω ακούσει μια φορά ένα παραμύθι στη ζωή μου, έχω το σημάδι στο ίδιο το γενετικό μου υλικό. Μέτρησα δύο παραμύθια σε αυτό το διήγημα. Η ιστορία της Αγίντ είναι το ένα. Το νησί Γγιν το ξέρω. Όσες φορές μου συνεπήρε το βλέμμα μια μαύρη θάλασσα, λευκά κυματάκια γεμάτη, νομίζεις και υποπτευόμουν την ύπαρξη του. Και η συγγραφέας με παίρνει από το χέρι να το περπατήσω με την ηρωίδα της πριν χαθεί πάλι κάτω από τα νερά. Πονάει η Αγίντ μέχρι να έρθει ο Θυμός της να γεμίσει την αγκαλιά του με την ίδια. Η αφηγήτρια όμως είναι γενναιόδωρη. Μου έχει σαν δεύτερο παραμύθι την ιστορία της Κρέγκαβον. Ο πόνος της, και τα γεγονότα που τον δημιούργησαν, μια ιστορία απαράμιλλης φαντασίας από μόνη της. Θα βρει και η δεύτερη ηρωίδα την αγάπη, στην αγκαλιά του Νέζιλ, και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Η αγάπη, ο έρωτας, είναι η Ισορροπία του κόσμου. Κι αυτό όχι, δεν είναι παραμύθι. Το ξέρω, το ξέρουμε όλοι, γιατί έχουμε το σημάδι και το βιβλίο των συμβάντων να μας επιβεβαιώνει τα ξεχασμένα.

Tα Υπόλοιπα της Ευτυχίας: Τα θέλω, τα απαιτώ πίσω, γιατί αυτό το παραμύθι μου τα άρπαξε και πάει, δε μου τα δίνει πλέον πίσω. Άπονη συγγραφεύς. Δεν αντέδρασα αμέσως στο ανάγνωσμα αυτής της διήγησης. Σηκώθηκα και πήγα μια βόλτα. Φτου, έτρεχαν δίπλα μου τα νερά του Ευρίπου να μου θυμίζουν τα άλλα, τα μαύρα τα κατάμαυρα της λίμνης Καστροπηγάδας. Ευλογία και κατάρα η γνωριμία μου με τον τόπο. Ευλογία για την ανάγνωση ενός από τα πιο τρομερά παραμύθια που έχω διαβάσει, μια ιστορία που κολλάει στη μνήμη σαν εθισμός. Ω πόσο καλά ξέρει την τέχνη της η πλανεύτρα παραμυθού. Δεν φοβόμαστε τους κακούς τους λύκους, λέμε στους εαυτούς μας, και μπαίνουμε αλόγιστα στις σελίδες για να έρθουμε πρόσωπο με πρόσωπο με την μοίρα μας. Την καταραμένη. Γυναίκες αιθέριες, πονεμένες, θεϊκές και όμορφες σαν τριαντάφυλλα, αγκάθια γεμάτες, ανοίγουν την αγκαλιά τους και προσφέρονται. Και πώς να της αρνηθούμε; Εμένα όμως με πονάει το άλλο: Γιατί τις πιστεύουμε όταν μας προφητεύουν πως θα δυστυχήσουμε για τον έρωτα μας; Γιατί τρέχεις Μπεκιαρί; Γιατί φεύγεις; Πονεμένες οι ηρωίδες της Ευθυμίας. Τρομερή η θλίψη τους. Πρέπει να προχωρήσω στο επόμενο διήγημα, αλίμονο μου.

Μαρμαρένιο Κατώφλι: Άλλο ένα πονεμένο παραμύθι, γλυκόπικρο σαν παλιές αμαρτίες. Γυναίκες που αγαπούν και εγκαταλείπονται, άντρες που εγκαταλείπουν και πληρώνουν το τίμημα. Διασχίζουμε αυτό το μαγεμένο κατώφλι και είμαστε εκεί, στο πανδοχείο που ονειρευόμαστε από πάντα να επισκεφτούμε, μέσα από τόσα και τόσα παραμύθια που διαβάσαμε ή μας αφηγήθηκαν παλιά. Μας το ζωντανεύει με περισσή μαεστρία η ξωθιά συγγραφέας, μας ζεσταίνει με τα χρώματα του, μας ζαλίζει με τις οσμές του, μας προκαλεί τον ουρανίσκο με τα μαγειρευτά καλούδια του. Κι αυτό μόνο για να κερδίσει την προσοχή μας. Μετά…

Υπάρχουν κάποια παλιά παραμύθια χωρίς ευτυχισμένο τέλος. Παραμύθια που ολοκληρώθηκαν μισά, μέσα στην πίκρα και τον πόνο, μέσα στην τρυφερότητα της αγάπης, δαγκωμένα όμως σκληρά από το άδικο. Μας στοίχειωσαν εκείνες οι ιστορίες, και κάποιοι από μας φοβόμαστε να ζητήσουμε από την γιαγιά μας να μας τις ξαναπεί. Απλά ευχόμασταν η επόμενη διήγηση να πάει καλύτερα, ενώ τα δάκρυα που άφησαν οι προηγούμενες δεν έλεγαν να ξεχαστούν. Όχι μόνο δεν ξεχνιούνται, αλλά συνεχίζουν εκείνα τα παραμύθια. Ο ψίθυρος τους φτάνει μέχρι εδώ, στους μύθους μέσα από το γυαλί, αφήνουν ακόμα το καυτό τους σημάδι εδώ, την ίδια στιγμή που ξεκινούν νέες υποσχέσεις, έρωτα, αγάπη και λάθη γεμάτες.

Από τι είναι φτιαγμένη η ψυχή σας; Αν δεν φοβάστε να μάθετε, ζητήστε την Ευθυμία Δεσποτάκη να σας κοιτάξει, να σας κόψει και να σας καταλάβει. Το τρίτο παραμύθι του βιβλίου της δεν έχει μόνο τις ομορφότερες περιγραφές για τις ψυχές των ανθρώπων που διάβασα ποτέ, αλλά και την πιο μυθική εξήγηση για τον έρωτα και την αγάπη που διάβασα ποτέ. Τόσο βαθιά στο κείμενο της, νεραϊδοχτυπημένος πλέον δίχως επιστροφή, πώς να αμφισβητήσω την ερμηνεία της; Τυλιγμένος στην μαγγανεία της αφήγησης, είμαι άλλη μια παρουσία μέσα στο γυαλί και δρασκελίζοντας το δακρύβρεχτο μαρμάρινο κατώφλι, συνεχίζω το μονοπάτι που μου ανοίγεται παρακάτω.

Ο Εραστής στην Στάχτη: Το ήξερα ως το μεδούλι μου πως αυτό το όνομα θα έκρυβε οδύνη. Άπονη Ολύμπια συγγραφεύς, τιμωρείς τον Ασγκιρέη με σκληρή λήθη, κι εμένα με την τραγική του μνήμη. Δεν θα τον ξεχάσω, ούτε την Αλάι που χάθηκε στην καταβόθρα. Αναρωτιέμαι αν αγαπάς τους ήρωες σου. Αναρωτιέμαι αν τους συγχωρείς κιόλας. Ο πιο ελληνικός, Οιδιπόδειος, μύθος σου μέχρι τώρα, συνεχίζει με άντρες αφελής, βίαιους, άλογους και γυναίκες χτυπημένες και ταπεινωμένες. Ποτέ η πένα δεν δημιούργησε κόσμους τόσο όμορφους, ποτέ πένα δεν κέντησε την καρδιά τόσο βαθιά για να την πονέσει και να την ματώσει. Με αυτή τη μελάνι σκοπεύεις να συνεχίσεις το βιβλίο σου; Κι εγώ τι επιλογή έχω παρά να συνεχίσω;

Το Κορίτσι στο Μιναρέ: Μια στάλα παραμύθι, μια καταιγίδα από συναίσθημα. «Τα μαύρα της μαλλιά έλαμπαν σαν φλόγες από σκότος». Εκεί. Αυτό και μόνο είναι αρκετό. Μ’έχεις στα δεσμά σου αφηγήτρια. Και μετά από το ταξίδι μου ως εδώ, μέσα από τις δοκιμασίες που μου υπέβαλες, δεν έχω ανάγκη να μαντέψω το μυστικό του κοριτσιού στο μιναρέ. Εκείνη η φλόγα που έκαιγε κάθε βράδυ χωρίς απουσία για δέκα χρόνια μου τα αποκάλυψε όλα και μάτωσε η καρδιά μου άλλη μια φορά. Άλλος ένας άντρας που πίστεψε στην προσταγή μιας γυναίκας και χάθηκε στη φωτιά από αυτό το πάθος το τόσο ανεξέλεγκτο, κι εκείνη, τυπικά, σιωπηλά, μυθικά σαβανωμένη. Θα συνεχίσω; Πέτυχες διάνα αφηγήτρια. Είμαι το δοχείο που φτιάχτηκε για να χωρέσεις όλη αυτή την οδύνη. Συνεχίζω.

Το Δώρο των Θεών: Και όσο πιο μικρή η ιστορία, πιο ηχηρό και το μπάτσισμα. Και σε πρώτο πρόσωπο η αφήγηση, να με κάνει συνένοχο, να χτυπάει η καρδιά μου στο ανάγνωσμα της κάθε λέξης. Ένα μαγικό παραμύθι, μια γυναίκα μυθική για να μου κλέψει τα λογικά. Θα της μείνω πιστός; Ναι, ναι, αλλά με τίμημα. Αχ αφηγήτρια, πόσο μισείς τις προσδοκίες μου. Πως δεν χωράει στα τόσα παραμύθια και ετούτο το ένα: Η παντοτινή ευτυχία;

Τα Φυτά του Κάτω Κόσμου: Έχω μυηθεί μάλλον. Πώς να εξηγήσω την αντίδραση μου σε αυτό το πανέμορφο διαμάντι; Το κοιτώ από κοντά, και μέσα στις αντανακλάσεις του βλέπω ολόκληρο μυθιστόρημα. Ολόκληρη κινηματογραφική ταινία. Υπέροχη η Λαλίκα. Λατρευτή η εικόνα της. Ως άλλη Εσμεράλδα, την ποθούν πολλοί. Και την κερδίζει, έστω και για λίγο ο χειρότερος τους, ο πιο φριχτός και διεστραμμένος. Αχ Θεέ του κάτω κόσμου, λίγη η πράξη σου, μας άφησες τελικά στο πένθος. Αλλά μήπως και έχεις κάποια δύναμη; Άλλη σε ορίζει.

Οι Γυναίκες στη Σαχάι Περπατούν Λικνιστά: Αχ, θέλω να πάω στη Σαχάι, να δω γυναίκες να περπατούν λικνιστά, κι ας τρελαθώ. Αυτό το παραμύθι αξίζει να γίνει τραγούδι. Να το ακούς όπως και το διάβασες, μεθυσμένος από την γλύκα του. Εμένα Ναχρίν, πάρε εμένα. Γιατί στη λογική μου δεν είμαι τόσο ευτυχισμένος. Θέλω να φύγω, να πετάξω, και τα παραμύθια με κουβαλούν ως τα μισά. Σε ευχαριστώ αφηγήτρια για την ανάπαυλα. Είχα ανάγκη το χαμόγελο και την ηδονή. Σε ευχαριστώ για τους γοφούς της Ναχρίν. Μην μ’αφήσεις να τους ξεπεράσω.

Μοντλίβολιτς (ή Μοντλιβόλτις): Θυμάμαι με νοσταλγία τα αναγνωστικά από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Αφηγήσεις που σε υπνώτιζαν με την λογοτεχνία τους, αυτός ήταν και ο σκοπός τους. Τα κείμενα ήταν σχεδιασμένα να ακολουθούν τον κύκλο του χρόνου, τις εποχές που χρωμάτιζαν τα παράθυρα στις τάξεις του σχολείου, και προς το τέλος της σχολικής χρονιάς τα αναγνώσματα ήταν πια γεμάτα καλοκαίρι. Διάβαζες μια παράγραφο και μετά κοίταζες έξω από τα τζάμια, γεμάτος αδημονία για τις επερχόμενες διακοπές. Σαν εκείνη την μαγική σκόνη που αιωρούνταν στις ηλιαχτίδες πάνω στα θρανία, με πήγες αφηγήτρια στην φωτεινή πατρίδα της Ενγκράουλις, με ξάπλωσες στην ταράτσα της, με έκανες να ακούσω τα τζιτζίκια, να μυρίσω τα αμπέλια και να δροσιστώ στο γλυκό νερό του πηγαδιού της. Καλοί άνθρωποι οι δικοί της. «Παντρέψου όποιον θέλεις.» Εδώ, κάτω από αυτόν τον ήλιο τι θα μπορούσε να πάει στραβά; Μέχρι και τα φαντάσματα είναι καλοπροαίρετα. Σε ευχαριστώ γι αυτή την ιστορία Ευθυμία. Μου ανακούφισες τον πόνο. Έχω άλλη μια ιστορία πριν βγω από το γυαλί…και δείχνει βαθιά.

Ιστορίες των Νεφών και των Ανέμων: Και μετά την λιακάδα μια εντυπωσιακή θύελλα. Ώστε η αφηγήτρια πιστεύει στο παραμύθι που λέγεται παντοτινή αγάπη. Το λένε τα σύννεφα και ο άνεμος, μόνο…μόνο που δεν μπορεί παρά να είναι γεμάτο αίμα, δάκρυα και θάνατο. Το ταξίδι ολοκληρώνεται το ίδιο συγκλονιστικά όπως ξεκίνησε και όπως διάρκεσε. Είπα «ολοκληρώνεται;» Λάθος μου. Όσο στροβιλίζονται τα σύννεφα και όσο φυσάει ο άνεμος το παραμύθι δεν τελειώνει ποτέ.

Δεν πίστεψα ποτέ πως θα βγω αλώβητος μέσα από το γυαλί, το ψυλλιάστηκα νωρίς. Νιώθω να με στοιχειώνουν ονόματα και τόποι, η Νοτάλα με τις οκτώ πλεξούδες που έγινε οκιντού, η μικρούλα Άμμος που αγάπησε τον μελλοθάνατο και γέννησε τον Νίρντε, η Μέμνεγια η κόρη της φριχτής βασίλισσας και ενός νεκρού. Ιστορία τρομερή την καρδιά μου έχει πλεγμένη σαν κουβαρίστρα από αγκαθωτό συρματόσχοινο. Αφέντρα αφηγήτρια είσαι τρομερή.

Και δεν τολμώ να ξαποστάσω, δεν τολμώ και να φύγω. Κάθομαι και αφουγκράζομαι τον άνεμο, περιμένω την συνέχεια. Κάθομαι εδώ δίπλα στο γυαλί. Μη μ’αφήνεις να περιμένω για πολύ. Έχω αρχίσει να συνηθίζω την σκληρότητα σου.

Ντίνος Χατζηγιώργης
Ανέβηκε σήμερα στο Sff.gr και έγινε αμέσως Clopy-Paste.

No comments:

Post a Comment