Friday, December 29, 2006

Φτηνό Χιούμορ

Σχεδόν αξημέρωτα σηκώθηκα, έπρεπε οπωσδήποτε να τελειώσω μια Μελέτη Βιωσιμότητας μέχρι το μεσημέρι κι αποφάσισα να μην πάω στο γραφείο όπου σίγουρα θα έτρωγα αρκετά μπαλάκια τώρα που κλείνει η χρήση, αλλά να δουλέψω ήσυχα στο σπίτι. Η Ελένη είχε πάει με την Άννα να ψωνίσουν δώρα κι από χτες το απόγευμα ήτανε σε ένα παιχνιδάδικο του Mall. Αν δεν επέστρεφαν και σήμερα θα έπρεπε να τις δηλώσω αγνοούμενες. Πλάκα κάνω, κάθε τόσο μιλούσαμε στο κινητό, απλώς η κόρη μας είναι αναποφάσιστη. Τόσο που το ινδιάνικό της όνομα είναι «Αυτή – Που – Σκοτώνει – Τις – Πωλήτριες» κι ενίοτε καταφέρνει να βγάλει από τα ρούχα της ακόμα και την Ελένη, πράγμα που με χαροποιεί ιδιαίτερα, γιατί μετά το εκμεταλλεύομαι. Εντάξει, φτηνό λίγο αυτό το χιούμορ, αλλά στο κάτω-κάτω δεν είμαι και κωμικός, ένας απλός οικονομολόγος είμαι...
Εφτά και τέταρτο χτύπησε πρώτη φορά το κουδούνι. Έσωσα ότι έγραφα, γιατί ο υπολογιστής τελευταία μου κάνει νερά, ευτυχώς όχι τόσα που να βυθίζεται, ακόμα επιπλέει - κι άλλο φτηνό χιούμορ, συγκρατήσου, ολόκληρη ιστορία έχεις να διηγηθείς – σηκώθηκα από το γραφείο μου, πήγα και άνοιξα την πόρτα.
Ήταν ένας κοντός τυπάκος. Μου έβαλε στο χέρι μια κάρτα που έγραφε:

Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ
ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΟΦΟΡΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΣΑΣ
ΣΑΣ ΕΥΧΟΝΤΑΙ
ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ

Δεν κάνω φτηνό χιούμορ τώρα. Ειλικρινά, αυτό έγραφε η κάρτα. Μου πήρε μερικά δευτερόλεπτα μέχρι να καταλάβω ότι ο άνθρωπος ήταν από το σκουπιδιάρικο. Του έδωσα κάτι ψιλά, κράτησα την κάρτα να την δείξω στην Ελένη, έκλεισα την πόρτα γελώντας και γύρισα στον υπολογιστή.
Εφτά και είκοσι πάλι το κουδούνι. Έσωσα πάλι, σηκώθηκα, πήγα στην πόρτα.
Ένας απροσδιορίστου ηλικίας με άσπρη φόρμα μου έδωσε την κάρτα που κρατούσε.

ΕΚ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΣ ΣΑΡΩΣΕΩΝ ΡΕΙΘΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΩΝ
Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ, ΟΙ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΟΛΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
ΣΑΣ ΕΥΧΟΝΤΑΙ ΕΝΑ ΚΑΘΑΡΟ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΙΚΟ
ΝΕΟ ΕΤΟΣ

Ελαφρώς κραυγαλέο μου φάνηκε αυτό το τεράστιο Νέο Έτος αλλά έδωσα κάτι και στον απροσδιορίστου με την άσπρη φόρμα, είπαμε χρόνια πολλά κι έφυγε. Γύρισα πίσω στον υπολογιστή.
Ευτυχώς μέχρι τις δέκα παρά τέταρτο δεν ξαναχτύπησε το κουδούνι. Αν εξαιρέσεις μια κλήση της Ελένης, που ετοιμαζόταν να βγει από τα ρούχα της, μέσα στο παιχνιδάδικο, παρουσία εκατοντάδων γονέων και πιτσιρικιών, αφού όπως δήλωσε,
…η Άννα έχει σπάσει κάθε προηγούμενο ατομικό ρεκόρ αναποφασιστικότητας και μαζί το παγκόσμιο που κατέχει χρόνια !
πράγμα που την συμβούλεψα να μην το κάνει,
…αν θέλεις να κάνουμε Πρωτοχρονιά μαζί, στο σπίτι μας κι όχι χώρια εγώ με το παιδί κι εσύ στο κρατητήριο…
όλα κύλησαν ομαλά και η Μελέτη Βιωσιμότητας προχώρησε πολύ.
Στις δέκα παρά τέταρτο που ξαναχτύπησε το κουδούνι, ήμουν πια, νόμιζα, προετοιμασμένος για οποιαδήποτε περίπτωση κάρτας. Μάλιστα είχα και περιέργεια τι θα έγραφε. Θα ήταν λυρική, σοβαρή, αστεία ίσως; Έσωσα, πήρα ψιλά και άνοιξα την πόρτα…
Μόνο που εκεί στεκόταν ένας ελεύθερος σκοπευτής της Αντιτρομοκρατικής, με πλήρη εξάρτηση, κράνος, κουκούλα, αλεξίσφαιρη ολόσωμη στολή, μπότες, δακρυγόνο, βομβίδα κρότου-λάμψης, μακρύκανο ακριβείας με διόπτρα νυκτός…
Χέστηκα πάνω μου. Όχι, δεν είναι φτηνό χιούμορ, είναι μια απολύτως ρεαλιστική περιγραφή της κατάστασης.
Πριν προλάβω να πω κουβέντα έβγαλε και μου έδωσε την κάρτα.

ΟΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΣΑΣ
ΣΑΣ ΕΥΧΟΝΤΑΙ ΑΚΟΜΑ ΕΝΑΝ
ΑΣΦΑΛΗ ΚΑΙ ΔΙΧΩΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΧΡΟΝΟ!

Έβγαλα από την τσέπη το πορτοφόλι μου, γιατί τα ψιλά μου είχανε πέσει στο πάτωμα από την έκπληξη κι έδωσα στον νίντζα το μεγαλύτερο χαρτονόμισμα που είχα μέσα…
Μετά απ’ αυτό όλοι οι υπόλοιποι καρτοφόροι ήταν απλώς οδοντόκρεμες. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, οι Αναξιοπαθούντες Τηλεοπτικοί Παραγωγοί, οι Άμοιροι Ρεπόρτερς, οι Αμετανόητοι Μπλόγκερ, η Αρχιεπισκοπή, η Μητρόπολη, η Ενορία, το Φιλόπτωχο, ο Σύνδεσμος Απόρων Κορασίδων, οι Ευσεβείς Πόρνες, οι Μετανοούντες Νταβατζήδες, οι Εργολάβοι, οι Δωδεκαθεϊστές, οι Ισλαμιστές, οι Βουδιστές, οι Ινδιάνοι, οι Gay Cowboys, η Εφορία, οι Πυροσβέστες, οι Απόστρατοι Βουλευτές και οι Ανώνυμοι Κάθε Είδους (Αλκοολικοί, Ναρκομανείς, Παίκτες, Δανειολήπτες, Τρομοκράτες, Αποφυλακισμένοι, Εξαρτημένοι του Λογισμικού) παρέλασαν από το σπίτι μου κι όλοι πήραν κάτι μέχρι τις 6 το απόγευμα που γύρισαν η Άννα κι η Ελένη με τα δώρα. Η Ελένη ευτυχώς ακόμη φορούσε τα ρούχα της κι άρχισε να ανοίγει αυτή την πόρτα.
Τέλειωσα με την Μελέτη Βιωσιμότητας κατά τις 9 το βράδυ και συνδέθηκα για να την στείλω. Είχα χάσει το μεσημεριανό deadline αλλά δεν έτρεχε και τίποτα στο κάτω-κάτω.
Έχεις καθόλου ψιλά; είπε η Ελένη πλησιάζοντας στο γραφείο και κρατώντας μια ακόμα κάρτα.
Κάτι έχω, απάντησα και ψάχτηκα. Της έδωσα μερικά κέρματα.
Τέρμα, την άκουσα να μουρμουρίζει. Αρκετά φρικιά είδα απόψε... Δεν ξανανοίγω την πόρτα.
Η κάρτα είχε μείνει πάνω στο γραφείο. Την σήκωσα και την κοίταξα. Έγραφε,

71 #5+171 =13 43 2!38072@ 745
(4@@&2))
@1@ 25$40731 =1)2@ 2!1*2@
793745 75!45


Ρε συ Αννούλα που δίνει τώρα η μάνα σου λεφτά; Στους ανάπηρους κρυπτογράφους του 2ου Παγκοσμίου; φώναξα την ώρα που η Ελένη έκλεινε την πόρτα.
Όχι μπαμπά, φώναξε η μικρή και ήρθε τρεχάτη προς το μέρος μου. Έδωσε στα Παιδιά του Ρόσγουελ. Στους Ι-Τήδες!
Την πήρα αγκαλιά και πήγαμε όλοι στην κουζίνα ν' ανοίξουμε το κρασί για το γιορτινό μας δείπνο.

No comments:

Post a Comment